aezaekaelanorthosisapoelapollonarisdoksaethnikos achnaskarmiotissasalaminaothelos athienouomonoiapafosSuper LeaguePremier LeagueSerie ALaLiga

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑΤο «Θέατρο των Ονείρων» του Μίκαελ Σουμάχερ (pics/vids)

Το «Θέατρο των Ονείρων» του Μίκαελ Σουμάχερ (pics/vids)

Δεν υπάρχει τίποτα άλλο στη σκηνή, παρά μονάχα τα μηχανήματα και αυτός ξαπλωμένος στο κρεβάτι του πόνου. Δε θυμίζει σε τίποτα τον πρότερο, χαμογελαστό εαυτό του, εκείνον που έκανε κάθε φορά το μικρό αλματάκι πριν ανέβει στο υψηλότερο σκαλί του βάθρου.

Διάολε, είναι επώδυνο να τον βλέπεις: τα κάτισχνα χέρια του, το κέρινο, θαρρείς, πρόσωπό του, τις γάζες που καλύπτουν διάφορα σημεία του κορμιού του για να μην ξεφλουδίζεται συνεχώς.

Κάνεις να φύγεις από το θέατρο, όμως τότε επιτελείται ένα μικρό θαύμα: αίφνης αυτός ανασηκώνεται ελαφρά και κάτι ψιθυρίζει. Έπειτα λίγο πιο δυνατά και μετά ακόμα δυνατότερα.

Σσσς, ησυχία- προσπάθησε ν’ ακούσεις, σε παρακαλώ. Ο Μίκαελ έχει ένα μήνυμα για εσένα.

Είναι: «7 κεφάλαια, ένα για κάθε παγκόσμιο πρωτάθλημα που κατέκτησα. Πιάσε το χέρι μου κι έλα για ένα ξεχωριστό ταξίδι στον μηχανοκίνητο κόσμο. Εγώ ξέρω το δρόμο, δε θα χαθούμε…».

Ενστικτωδώς το πιάνεις και τότε ο Χρόνος λιώνει αυτοστιγμεί και τον ακούς που λέει:

«Η πραγματική μας πατρίδα είναι η παιδική μας ηλικία», Ρόλαντ Μπαρτ

Έλεγαν πως ήμουν παιδί- θαύμα: στα 3 μου χρόνια οδηγούσα το χορτοκοπτικό του πατέρα μου και στα 4 ήμουν το νεότερο μέλος που είχε υπάρξει ποτέ σε karting club στη Γερμανία.

Στα 6 μου συνέλλεγα ήδη τίτλους στις μικρές κατηγορίες, πράγμα που ανάγκασε τον πατέρα μου Ρολφ να πιάσει και δεύτερη δουλειά προκειμένου να με υποστηρίζει οικονομικά στην καριέρα μου.

Όταν χρειαζόμουν, όμως, καινούρια μηχανή που κόστιζε, τότε (1976), 800 γερμανικά φράγκα, οι γονείς μου δεν ήταν ικανοί να την πληρώσουν και με «έσωσε» ένας Βεστφαλός επιχειρηματίας.

Έτσι, συνέχισα να κυνηγώ το όνειρό μου, ολοένα και πιο γρήγορα: με 110 χιλιόμετρα την ώρα, με 150, με 200, με 260.

Ήμουν μικρός και όταν είσαι μικρός δε φοβάσαι τίποτα και κανέναν.

Νομίζεις ότι θα ζήσεις για πάντα, όσο και αν ρισκάρεις.

Νομίζεις ότι θα ζήσεις για πάντα και θα είσαι υγιής.

«Όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω ένα μικρό αγόρι», Τζόσεφ Χέλερ

Ή, έστω, ένας έφηβος: στα 13 μου ήμουν ήδη πρωταθλητής Γερμανίας στα Junior Kart, στα 15 κέρδιζα αλλεπάλληλους αγώνες σε διεθνή grand prix ανά την Ευρώπη, στα 16 πήρα τον τίτλο του πρωταθλητή Γερμανίας στη μεγάλη κατηγορία των καρτ και στα 18 τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό.

Το 1989 μεταπήδησα στην Φόρμουλα 3 και την ομάδα του Βίλι Βέμπερ κι έναν χρόνο αργότερα κατέκτησα και εκεί τον τίτλο. Το να προσπαθήσεις να με σταματήσεις εκείνη την περίοδο ήταν σα να παλεύεις να σταματήσεις το νερό- απλά δε γίνεται, ακόμα κι αν χτίσεις το μεγαλύτερο άυλο φράγμα του κόσμου.

Η Μερσέντες- νιώθοντας τη μηχανοκίνητη καρδιά της να χτυπά ολοένα και δυνατότερα κάθε φορά που με έβλεπε να καταρρίπτω τους νόμους της παράλογης λογικής- με πήρε στο πρόγραμμά νεαρών οδηγών της και το 1991 συμμετείχα σε αγώνες της Φόρμουλα 3000, κερδίζοντας μερικούς.

Το μέλλον μου στην πίστα προμηνυόταν λαμπρό κι εγώ ήθελα να το φέρον στο παρόν.

Και, ξέρετε κάτι;

Τα κατάφερα.

Που να με πάρει, τα κατάφερα.

«Η επιτυχία ποτέ δεν είναι τόσο ενδιαφέρουσα όσο ο αγώνας», Γουίλα Κάθερ

Μοιάζει τόσο εξωπραγματικό, που θα μπορούσε να είναι το καλύτερο υλικό για παραμύθι. Μόνο που είναι πέρα για πέρα αλήθεια: ο οδηγός της Τζόρνταν πίσω στο 1991 Μπερτράν Γκασό- απηυδισμένος με την κίνηση στο Λονδίνο- διαπληκτίστηκε μ’ έναν οδηγό ταξί και του έριξε σπρέι πιπεριού, μ’ αποτέλεσμα να καταλήξει για 2 μήνες στη φυλακή!

Ο Έντι Τζόρνταν (ιδιοκτήτης της ομώνυμης ομάδας) έμεινε χωρίς δεύτερο πιλότο για τον αγώνα του Βελγίου και με ρώτησε αν είχα τρέξει ποτέ στην πίστα του Σπα. Είπα ανερυθρίαστα «ναι», όμως το μόνο που είχα κάνει ήταν μερικοί γύροι μ’ ένα ποδήλατο την προηγούμενη μέρα.

Η θέση έγινε αυτομάτως δική μου, έβαλα τα γάντια μου και στις κατατακτήριες κατέκτησα με την αδύναμη Τζόρνταν την 7η θέση, πράγμα που κέντρισε το ενδιαφέρον της (σαφώς ισχυρότερης) Μπένετον, που από τον επόμενο κιόλας αγώνα με έβαλε στο δικό της κόκπιτ.

Το 1992 και το 1993 οι Γουίλιαμς ήταν από άλλο τετράτροχο πλανήτη και το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να πάρω κάποιες νίκες και να τερματίσω 3ος και 4ος, αντιστοίχως, στο πρωτάθλημα οδηγών, όμως από το 1994…

Νομίζω πως σ’ αυτό το σημείο καλό θα ήταν να φορέσετε τις ζώνες σας.

Βλέπετε, από δω και πέρα θα πατήσω το γκάζι μέχρι τέλους.

«Οι αληθινοί παράδεισοι είναι οι παράδεισοι που έχουν χαθεί», Μαρσέλ Προυστ

Και, ω θεέ μου, τι υπέροχος παράδεισος ήταν αυτός στον οποίο κατοικοέδρευα για13 συναπτά χρόνια: το 1994 κέρδισα τον πρώτο μου παγκόσμιο τίτλο στη Φόρμουλα 1 και την επόμενη ακριβώς χρονιά ανέβηκα και πάλι στην κορυφή του μηχανοκίνητου Έβερεστ.

Κάπου εκεί, άκουσα το αλογατάκι της Φεράρι να με καλεί κοντά του σαν άλλη, κόκκινη Σειρήνα και δεν κατάφερα ν’ αντισταθώ. Η πρόκληση του να στήσω την αυτοκρατορία της Σκουντερία και πάλι στα πόδια της παραήταν μεγάλη για να την αγνοήσω.

Το 1996 δεν κατάφερα τίποτα οδηγώντας εκείνο το γρήγορο φορτηγό που μου έφτιαξαν οι μηχανικοί μου, όμως την επόμενη σεζόν άγγιξα το τρίτο θαύμα: οδηγώντας ένα μονοθέσιο σαφώς υποδεέστερο από την Γουίλιαμς του Βιλνέβ έφτασα μια ανάσα από τον τίτλο, χάνοντάς τον στον τελευταίο αγώνα στη Χερέθ, εκεί που «ξέφυγα» κι έκανα μια πρωτοφανή βλακεία.

Το 1998 η ΜακΛάρεν ήταν ο Φλας της F1 κι εμείς κοινοί θνητοί, ενώ το 1999 έσπασα το πόδι μου στο Σίλβερστοουν και σπατάλησα σπουδαία ευκαιρία για το πρωτάθλημα.

Από το 2000, όμως, και μετά συνέτριψα κάθε ρεκόρ: 5 σερί παγκόσμια στέμματα, φτάνοντας το εξωπραγματικό 7 στο σύνολο, τις 91 νίκες, τις 68 pole positions και κάνοντας τους Τιφόζι ν’ αλλοφρονήσουν.

Μετά από μια κάκιστη παρένθεση το 2005, το 2006 πάλεψα με τον Αλόνσο για το 8ο αστέρι, όμως η θεά Τύχη μου γύρισε την πλάτη.

«Ως εδώ ήταν», ανακοίνωσα μεσούσης της περιόδου και στο τέλος του πρωταθλήματος αποσύρθηκα.

Για λίγο, όπως αποδείχτηκε.

Μόνο για λίγο.

«Κάποια μέρα κοιτάζοντας πίσω, τα χρόνια που αγωνίστηκες θα σου φαίνονται τα πιο ωραία», Ζίγκμουντ Φρόιντ

Είναι απλό: μου έλειπαν όλα- η αδρεναλίνη, η προετοιμασία για τους αγώνες, το να βγαίνω στην πίστα και να οδηγώ στο όριο για 60 γύρους, το να γεύομαι γλυκιά σαμπάνια.

Γι’ αυτό, μετά από μια τριετία αποχής, το 2010 επέστρεψα για 3 τελευταίες ετήσιες παραστάσεις με την ομάδα που μ’ εμπιστεύτηκε από μικρό- τη Μερσέντες- και μολονότι τ’ αποτελέσματα δεν ήταν αυτά που περίμενα (δυστυχώς, τον γέρο φαλακρό απατεώνα, τον Χρόνο, ουδείς τον νίκησε), εμφύσησα νοοτροπία νικητή στην Γερμανική εταιρεία προκειμένου να σαρώσει τα επόμενα χρόνια.

Δεν πήρα νίκες, δεν πάλεψα για τον τίτλο, όμως όταν σταμάτησα οριστικά στα 43 μου στα τέλη του 2012, πήρα μαζί μου, σαν ανεξίτηλο ενθύμιο, τον αγαπημένο μου ήχο.

Αυτόν που κάνει μια μηχανή όταν βρυχάται.

«Δεν μπορώ να πάω πίσω στο χθες, γιατί ήμουν κάποιος άλλος», Λιούις Κάρολ

Έζησα 1.5 χρόνο ρουφώντας ως το μεδούλι την απόλαυση του να είσαι συνταξιούχος αλλά νέος ακόμη, με όλα τα λεφτά και τη φήμη του κόσμου, όμως μετά τα πάντα καλύφθηκαν από ένα ερεβώδες μαύρο πέπλο.

Κάνοντας σκι στις Άλπεις (μια συνήθεια που «αποκόμισα» από τα χρόνια μου στη Φεράρι), χτύπησα το κεφάλι μου σ’ έναν βράχο, ο εγκέφαλός μου επλήγη σοβαρά, έπεσα σε κώμα από το οποίο «ξύπνησα» 7.5 ολόκληρους μήνες μετά κι εδώ και δυόμιση χρόνια βρίσκομαι στο σπίτι μου, όπου με παρακολουθεί μια ομάδα γιατρών σε καθημερινή βάση.

Η θεραπεία μου κοστίζει 120.000 ευρώ εβδομαδιαίως κι έχουν ξοδευτεί ήδη περισσότερα από 20 εκατομμύρια, χωρίς, ωστόσο, να υπάρχουν θεαματικά αποτελέσματα.

Μπορώ να έχω μια άλφα επαφή με το περιβάλλον, όμως όπως ξεκαθάρισε τον περασμένο Σεπτέμβρη ο δικηγόρος μου, δεν περπατώ, ούτε έχω πλήρη συναίσθηση των πραγμάτων.

Το καταραμένο εκείνο χτύπημα με άλλαξε οριστικά.

Δυστυχώς, δεν μπορώ να γυρίσω το ρολόι και να πάω στο παρελθόν. Ξέρω πως τότε ήμουν κάποιος άλλος.

Ήμουν ο Μίκαελ Σουμάχερ.

«Ο Θάνατος μου ψιθυρίζει στο αυτί: “Ζήσε”, μου λέει, “έρχομαι”», Βιργίλιος

Η λογική επιτάσσει, σχεδόν, να παραδοθώ: κάθε μέρα που περνάει και δεν υπάρχει σημαντική βελτίωση στην υγεία μου, ένας κόκκος άμμου πηγαίνει στη λάθος πλευρά της κλεψύδρας. Ξέρω πως τα θαύματα στις μέρες μας σπανίζουν, όμως…

Όμως, από την άλλη, σκέφτομαι: «Έι, Μίκαελ- μήπως δεν ήταν θαύμα τα 7 παγκόσμια πρωταθλήματα; Μήπως δεν ήταν θαύμα το να επαναφέρεις τη Φεράρι στο θρόνο μετά από 21 ολόκληρα χρόνια; Το να κερδίζεις 2 συνεχείς τίτλους με την Μπενετόν; Να επικρατείς στα ίσια σε μικρή ηλικία του Άιρτον Σένα; Εκείνη η πρώτη, 7η θέση στο Σπα; Οι καρό σημαίες την εποχή του καρτ;»

Δεν τρέφω αυταπάτες, τον ακούω να πλησιάζει. Μου το ψιθυρίζει στ’ αυτί: «Έρχομαι για σένα». Όμως, λέει και κάτι άλλο: «Ζήσε».

Γι’ αυτό φοράω, στα 48 μου, για μια τελευταία φορά τη φόρμα, δένω τα παπούτσια μου, βάζω το κόκκινο κράνος με τα 7 αστεράκια χαραγμένα πάνω του και μπαίνω στο μονοθέσιο. Ζω για έναν ακόμα αγώνα.

Τα κόκκινα φώτα σβήνουν.

Εκκίνηση.

Πατάω το γκάζι και φεύγω για την 92η νίκη.

Καλώς ήλθατε και πάλι στον κόσμο μου.

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ